Όθων

Όθων
I
(Σάλτσμπουργκ Βαυαρίας 1815 – Βαμβέργη 1867). Βασιλιάς της Ελλάδας (1833-1862), δευτερότοκος γιος του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου A’ και της Θηρεσίας, θυγατέρας του δούκα του Σάξεν Άλτενμπουργκ. Oρίστηκε βασιλιάς των Ελλήνων σε ηλικία 17 ετών, με το πρωτόκολλο του Λονδίνου (Μάιος 1832) των τριών Προστάτιδων Δυνάμεων, Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας, μετά τη δολοφονία του προσωρινού κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια. Μετά την επικύρωση της εκλογής του από την Εθνοσυνέλευση ο Ό. ήρθε στην Ελλάδα και αποβιβάστηκε στις 25 Ιανουαρίου 1833 στο Ναύπλιο.
Η βασιλεία του Ό. διαιρείται σε δύο περιόδους, της απόλυτης μοναρχίας και της συνταγματικής μοναρχίας. Μέχρι την ενηλικίωσή του, η οποία ορίστηκε με το πρωτόκολλο του Λονδίνου για τις 20 Μαΐου 1835, η εξουσία ασκήθηκε, χωρίς Σύνταγμα, από αντιβασιλέα με τρία μέλη, τον κόμη Άρμανσμπεργκ, τον καθηγητή Μάουρερ και τον υποστράτηγο Έυδεκ και με δύο πάρεδρα μέλη, τον Άμπελ και Γκραίνερ.
Η πολιτική της αντιβασιλείας, της οποίας κυρίαρχη μορφή ήταν ο Άρμανσμπεργκ, που έλαβε τον τίτλο του αρχικαγκελάριου, παρότι είχε ορισμένα επιτεύγματα στους τομείς της διοίκησης, της δικαιοσύνης, της παιδείας, από γενικότερη άποψη αποδείχθηκε αρνητική, γιατί στάθηκε ξένη προς την ελληνική ψυχολογία και νοοτροπία και ο αυταρχισμός της την έφερε σύντομα σε αντίθεση με το δημόσιο αίσθημα. Με την κατηγορία ότι σχεδίαζαν ανατροπή της αντιβασιλείας διατάχτηκε το 1834 η δίωξη του θ. Κολοκοτρώνη και άλλων οπλαρχηγών του 1821, από τους οποίους ο Κολοκοτρώνης και δύο άλλοι καταδικάστηκαν σε θάνατο με δικαστική απόφαση, την οποία αρνήθηκαν να υπογράψουν οι δικαστές Τερτσέτης και Πολυζωίδης. Οι οπλαρχηγοί απελευθερώθηκαν το 1835 με βασιλική χάρη.
Με την ενηλικίωσή του (20 Μαΐου 1835), που δημιούργησε μεγάλες προσδοκίες στον λαό, ο Ό. ανέλαβε προσωπικά την άσκηση της βασιλικής εξουσίας. Στο μεταξύ μεταφέρθηκε στην Αθήνα και η πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους από τα τέλη του 1834. Ο Ό. διατήρησε στη θέση του αρχιγραμματέα (πρωθυπουργού) τον Άρμανσμπεργκ και τον Απρίλιο του 1836 ταξίδεψε στη Γερμανία όπου χωρίς να ενημερωθεί η κυβέρνηση παντρεύτηκε την Αμαλία, δούκισσα του Ολδεβούργου. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα ο Ό. έφερε μαζί του και τον νομομαθή Ιγνάτιο Ρούντχαρτ με τον οποίο αντικατέστησε τον Άρμανσμπεργκ που είχε γίνει μισητός στον λαό. Ο Ρούντχαρτ σχημάτισε κυβέρνηση από Έλληνες πολιτικούς, αλλά, υπό την πίεση των δύσκολων προβλημάτων και των δυσμενών διαθέσεων έναντί του των πρεσβευτών των Μεγάλων Δυνάμεων, οδηγήθηκε σε σύντομη φθορά και παύτηκε στις 8 Δεκεμβρίου 1837 από τον ‘O., ο οποίος ανέλαβε προσωπικά και την πρωθυπουργία. Από τα μέτρα του Ρούντχαρτ αξιομνημόνευτα είναι η ίδρυση του Οθωνείου Πανεπιστήμιου, η συστηματοποίηση της φορολογίας και οι προσπάθειες του για την ίδρυση της Εθνικής Τράπεζας.
Κατά τον τουρκοαιγυπτιακό πόλεμο του 1839-1840, ο Ό. επιδιώκοντας την πραγματοποίηση των εθνικών πόθων του ελληνισμού υποστήριξε τις εξεγέρσεις που ξέσπασαν στη Θεσσαλία, στη Μακεδονία και στην Κρήτη αλλά χωρίς επιτυχία. Η στάση του αυτή τον έφερε σε διπλωματικό αδιέξοδο και σε δύσκολη θέση έναντι της Αγγλίας και τότε αναγκάστηκε να αναθέσει την πρωθυπουργία στον αρχηγό του λεγόμενου αγγλικού κόμματος Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο ο οποίος όμως παραιτήθηκε σύντομα (8 Αυγούστου 1841) εξαιτίας των πολλών παρεμβάσεων στο κυβερνητικό έργο της καμαρίλλας (ιδιαίτερου γραφείου του βασιλιά) που είχε την έδρα της στα Ανάκτορα. Και στην περίπτωση αυτή ο Ό. ανέλαβε πάλι ο ίδιος την πρωθυπουργία με υπουργό Εξωτερικών τον Δ. Χρηστίδη.
Μέσα στο πολιτικό και ψυχολογικό κλίμα που δημιούργησαν οι αλλεπάλληλες αποτυχίες του Ό. και των Βαυαρών συμβούλων του στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική και η γενική κατακραυγή κατά της βαυαροκρατίας έλαβε διαστάσεις η συνταγματική πολιτική κίνηση, που είχε αρχίσει ήδη από την εποχή του Καποδίστρια, με συνέπεια να εξυφανθεί συνωμοσία και να γίνει εξέγερση στη φρουρά της Αθήνας, τη νύχτα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 υπό την ηγεσία του συνταγματάρχη του ιππικού Δημήτριου Καλλέργη, ο οποίος με τη συνδρομή διάφορων πολιτικών και αγωνιστών του ‘21 ανάγκασε τον Ό. να υπογράψει διάταγμα για τη σύγκληση Ενθοσυνέλευσης «όπως συντάξη το Σύνταγμα». Ταυτόχρονα ο Ό. υπό την πίεση των επαναστατών διόρισε πρωθυπουργό τον Ανδρέα Μεταξά. Το σύνταγμα που ψήφισε η Εθνοσυνέλευση του 1843, μοναρχικό στη βάση του, αφού διατηρούσε ακόμα και τον τίτλο Ελέω θεού Βασιλεύς των Ελλήνων, παραχωρούσε μεγάλες και σπουδαίες αρμοδιότητες στον βασιλιά, όπως η άσκηση νομοθετικού έργου, η ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων, η κήρυξη πολέμου και η σύναψη συμμαχιών, ο διορισμός των υπουργών, ο διορισμός των δικαστών, το δικαίωμα προκήρυξης των εκλογών. Οι παραβιάσεις του Συντάγματος υπήρξαν συνεχείς και από τον Ό. και από τους πολιτικούς.
Κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου (1854) μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας, ο ‘O., πιστός στη Μεγάλη Ιδέα, υποκίνησε και υποστήριξε απελευθερωτικά κινήματα των υπόδουλων Ελλήνων της Μακεδονίας, Ηπείρου και Θεσσαλίας, ελπίζοντας ότι με τη φιλορωσική στάση του θα μπορούσε να προωθήσει την πραγματοποίηση των εθνικών πόθων, αλλά η πολιτική του αυτή ήταν αντίθετη με τα συμφέροντα της Αγγλίας και Γαλλίας, οι οποίες, για να εξαναγκάσουν την Ελλάδα σε ουδετερότητα, απέκλεισαν τον Πειραιά (Μάιος 1855). Από τότε μεταστράφηκαν οριστικά εναντίον του επιδιώκοντας την εκθρόνισή του. Ο Ό. για να μετριάσει την αγγλική αντίθεση κάλεσε τον αγγλόφιλο Μαυροκορδάτο και του ανέθεσε τον σχηματισμό της κυβέρνησης.
Η αποτυχία αυτή του Ό. έδωσε νέα έξαρση στην αντιδυναστική κίνηση. Οι νέοι πολιτικοί, δηλαδή οι Δημ. Βούλγαρης, Αλ. Κουμουνδούρος, Επαμ. Δεληγεώργης, Μπενιζέλος Ρούφος, καθώς και ο Κανάρης, έπειτα από την κρίση του Κριμαϊκού πολέμου άρχισαν να θέτουν δυναστικό θέμα, έχοντας και την υποστήριξη της νεολαίας, η οποία θεωρούσε τον Ό. σύμβολο της εθνικής στασιμότητας. Οι συνωμοσίες και οι εξεγέρσεις κατά της δυναστείας διαδέχονταν η μία την άλλη και τον Οκτώβριο του 1862, ενώ το βασιλικό ζεύγος βρισκόταν σε περιοδεία στην Πελοπόννησο, σημειώθηκαν εξεγέρσεις στην Πάτρα και στην Ακαρνανία και λίγο αργότερα στην Αθήνα, όπου λαός και στρατός ενωμένοι ενέκριναν με ζητωκραυγές ψήφισμα που συνέταξε ο Επαμεινώνδας Δεληγεώργης, το οποίο κηρύσσε έκπτωτη τη δυναστεία. Ο Ό. και η Αμαλία υπέκυψαν χωρίς καμιά αντίσταση και εγκατέλειψαν την Ελλάδα στις 12 Οκτωβρίου 1862. Εγκαταστάθηκαν αρχικά στο Μόναχο και έπειτα στη Βαμβέργη, όπου βρήκαν και οι δύο τον θάνατο, ο Ό. σε ηλικία 52 ετών και η Αμαλία (20 Μαΐου 1875) σε ηλικία 57 ετών.
Το πλήρες όνομα του Ό. ήταν Ό. Φρειδερίκος-Λουδοβίκος.
Ο Όθων σε νεαρή ηλικία. Γιος του βασιλιά της Βαυαρίας, ορίστηκε από τις «Προστάτιδες Δυνάμεις» Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία, βασιλιάς των Ελλήνων το 1832 και βασίλεψε επί 30 χρόνια.
II
Όνομα τεσσάρων αυτοκρατόρων της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
1. Ό. A’ της Σαξονίας (912 ; – Μέμλεμπεν 973). Γιος του Ερρίκου A’, διαδέχτηκε τον πατέρα του στο δουκάτο της Σαξονίας και στο βασίλειο της Γερμανίας σε ηλικία 24 ετών. Πρώτη φροντίδα του ήταν να σταθεροποιήσει τη βασιλική εξουσία, περιορίζοντας σε καθεστώς υποτέλειας τους άρχοντες, παραχωρώντας τα μεγαλύτερα φέουδα του βασιλείου του στους συγγενείς του και δίνοντας πολιτικές εξουσίες στους επισκόπους. Το 951-52 πραγματοποίησε την πρώτη εκστρατεία του στην Ιταλία, έπειτα από πρόσκληση της Αδελαΐδας της Βουργουνδίας, χήρας του βασιλιά Λοθαρίου, που την κατεδίωκαν ο Βερεγκάριος B’ και ο Αδαλβέρτος. Φόρεσε το βασιλικό στέμμα της Ιταλίας στην Παβία, παντρεύτηκε την Αδελαΐδα και όταν επέστρεψε στη Γερμανία παραχώρησε το βασίλειο της Ιταλίας ως φέουδο στον Βερεγκάριο B’, αφού όμως απέσπασε από αυτόν τα φρούρια της Βερόνας, του Τρέντο και της Ακυληίας, που τα παραχώρησε στον αδελφό του Ερρίκο, δούκα της Βαυαρίας. Νίκησε έπειτα τους Ούγγρους στο Λέχφελτ (955), τερματίζοντας οριστικά τις καταστρεπτικές επιδρομές τους, υπέταξε τον αδελφό του Λουιδόλφο της Σουηβίας και άλλους στασιαστές ηγεμόνες και φρόντισε για την ασφάλεια των ανατολικών συνόρων εναντίον των σλαβικών επιδρομών. Όταν αναγκάστηκε να ξαναγυρίσει στην Ιταλία, εξαιτίας της ανταρσίας του Βερεγκάριου B’, στέφθηκε στη Ρώμη αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας από τον πάπα Ιωάννη IB’ (962), όταν όμως αυτός συντάχτηκε με τον αντίπαλο του, τον εκθρόνισε και εγκατέστησε στη θέση του έναν φίλο του, που πήρε το όνομα Λέων H’ (963-64) και ήταν ο πρώτος αντίπαπας της ιστορίας. Λίγο αργότερα νίκησε τον Βερεγκάριο και τον αιχμαλώτισε (964). Αφού εξασφάλισε τα ανατολικά σύνορα (προς την Πολωνία) και τα βόρεια (προς τη Δανία) και ίδρυσε πολλές νέες επισκοπές για τη διάδοση του χριστιανισμού, γύρισε στην Ιταλία το 966, για να καταστείλει αιματηρές εμφύλιες συγκρούσεις στη Ρώμη, στις οποίες είχε αναμειχθεί και η Αγία Έδρα. Επέβαλε αποφασιστικά την εξουσία του, αποκαθιστώντας την τάξη και εξασφαλίζοντας στον παπικό θρόνο τον πιστό σε αυτόν Ιωάννη ΙΓ’. Στη Ρώμη επεξεργάστηκε το σχέδιο να διώξει από τη νότια Ιταλία τους Άραβες και τους Βυζαντινούς και να ξαναενώσει κάτω από το στέμμα του την Ανατολική και τη Δυτική Αυτοκρατορία. Για τον σκοπό αυτό εξασφάλισε τη φιλία του Παντόλφου, ηγεμόνα της Καπύης και του Βενεβέντου και συμφώνησε να παντρέψει τον γιο του Ό. B’ με τη Βυζαντινή πριγκίπισσα Θεοφανώ. Οι επιχειρήσεις, που είχε σχεδιάσει κατά της νότιας Ιταλίας, απέτυχαν, επειδή αντιστάθηκαν οι Έλληνες των ναυτικών πόλεων (Αμάλφι, Γαέτα, Νεάπολη). Ο Ό. A’ συνέχισε την πολιτική του Καρλομάγνου, τον οποίον είχε ως πρότυπο, που απέβλεπε στη σύνδεση της Γερμανίας με τον ρωμαιοχριστιανικό κόσμο και την πραγματοποίησε, χρησιμοποιώντας σε μεγάλο βαθμό τη συνεργασία των επισκόπων-ηγεμόνων. Μαζί με τον αδελφό του Μπρούνο, αρχιεπίσκοπο της Κολονίας, βοήθησε μια εντατική πνευματική αναγέννηση, δημιουργώντας κοσμοπολίτικη αυλή από λόγιους, όπου συγκεντρώθηκε το άνθος των μορφωμένων της Αγγλίας, της Ιρλανδίας, της Ιταλίας και άλλων τμημάτων της Γερμανίας.
2. Ό. B’ της Σαξονίας (955; – Ρώμη 983). Γιος του Ό. A’ και της Αδελαΐδας της Βουργουνδίας, έγινε συμβασιλιάς του πατέρα του το 967 και διάδοχος του το 973· κατά τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του βρέθηκε στην ανάγκη να αμυνθεί εναντίον του εξαδέλφου του Ερρίκου της Βαυαρίας και του Βολεσλάου, δούκα της Βοημίας, που του αμφισβήτησαν τον θρόνο, καθώς και εναντίον του βασιλιά της Γαλλίας Λοθαρίου, που εισέβαλε στη Λορένη, και εναντίον των επιδρομέων Δανών (Νορμανδών). Αφού αντιμετώπισε νικηφόρα όλες αυτές τις δυσκολίες, το 980 κατέβηκε στην Ιταλία για να περιβληθεί το αυτοκρατορικό στέμμα και για να πραγματοποιήσει τα σχέδια του πατέρα του για την κατάκτηση της νότιας Ιταλίας. Διατύπωνε αξιώσεις επί των βυζαντινών κτήσεων επικαλούμενος και τον γάμο του με τη Θεοφανώ, κόρη του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ρωμανού B’. Στη Ρώμη στέφθηκε, αφού κατέστειλε τις αιματηρές εμφύλιες συγκρούσεις, από τον πάπα Βενέδικτο Z’ (980) και στη στέψη του παρέστησαν ο Ούγος Καπέτος, αργότερα βασιλιάς της Γαλλίας, και ο Κορράδος, βασιλιάς της Βουργουνδίας. Η εκστρατεία του στη νότια Ιταλία, έπειτα από τις αρχικές λαμπρές νίκες (κατάληψη του Τάραντα) κατέληξε σε ήττα του αυτοκράτορα από τις ενωμένες δυνάμεις των Βυζαντινών και των Αράβων, κοντά στο Στίλο της Καλαβρίας. Ενώ μεταφερόταν αιχμάλωτος σε βυζαντινό πλοίο κατόρθωσε να σωθεί πέφτοντας στη θάλασσα και άρχισε να καταστρώνει νέα σχέδια για να εκδικηθεί, αλλά πέθανε ξαφνικά.
3. Ό. Γ’ της Σαξονίας (980; – Καστέλ Πατέρνο 1002). Γιος του Ό.B’ και της Θεοφανώς, κόρης του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ρωμανού B’. Διαδέχτηκε τον πατέρα του το 983, με την αντιβασιλεία της μητέρας του και μετά τον θάνατό της (991) με την αντιβασιλεία της γιαγιάς του, από τον πατέρα του, Αδελαΐδας, και του Βίλιγκις, αρχιεπίσκοπου της Κολονίας. Έλαβε εξαιρετική μόρφωση από τον αβά Γερβέρτο του Ωριγιάκ, έναν από τους σοφότερους ανθρώπους της εποχής του. Κατά την πρώτη επίσκεψη του στην Ιταλία, επέβαλε στη Ρώμη ως πάπα τον εξάδελφο του Μπρούνο της Καρινθίας (Γρηγόριο E’), ο οποίος τον έστεψε αυτοκράτορα (996). Η αντίδραση όμως των οπαδών του Κρησκεντίου, που είχε κοπάσει για λίγο, ξέσπασε πάλι (μόλις ο Ό. έφυγε από την πόλη) και έδιωξε τον Γρηγόριο E’. O αυτοκράτορας τον ξανάφερε στον παπικό θρόνο (997) και τιμώρησε τους εχθρούς του με αγριότητα που έμεινε αλησμόνητη για αιώνες (οι σφαγές του Μόντε Μάριο που αναφέρει ο Δάντης). Έπειτα από σύντομη διαμονή στη Γερμανία και μετά την εκλογή στον παπικό θρόνο του Γερβέρτου του Ωριγιάκ, που πήρε το όνομα Σίλβεστρος B’, o Ό. εγκαταστάθηκε στη Ρώμη (1000), εγκατέστησε την αυλή του στον Αβεντίνο, και, παρακινούμενος από τον πάπα, επιχείρησε μεγάλη μεταρρύθμιση των θεσμών, με ρωμαιοβυζαντινή επίδραση, τη λεγόμενη Renovatio Imperii. Η μεταρρύθμιση αυτή προέβλεπε την ένωση της Ανατολής και της Δύσης, την αλληλεγγύη και τη συνεργασία του αυτοκράτορα και του πάπα, την επικράτηση νέας εποχής ειρήνης στον κόσμο που θα είχε κατακτηθεί ολόκληρος από τη θρησκεία του Χριστού. Αλλά η μεγάλη μεταρρύθμιση έμεινε μόνο σχέδιο, συνάντησε δυσκολίες και αντιδράσεις και ο Ό. Γ’ πέθανε πρόωρα. Οι ιδέες όμως που την ενέπνευσαν παρέμειναν ζωντανές σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα.
4. Ό. Δ΄ του Μπράουνσβαϊγκ (1174; – Χάρτσμπουργκ 1218). Γιος του Ερρίκου του Λέοντα, δούκα της Βαυαρίας, και της Ματθίλδης της Αγγλίας. Μετά τον θάνατο του Ερρίκου ΣΤ’ εξελέγη βασιλιάς της Γερμανίας με την υποστήριξη των γουέλφων, εναντίον του Φίλιππου της Σουηβίας, που υποστήριζαν οι γιβελλίνοι (1198). Έπειτα από δέκα ολόκληρα χρόνια εμφύλιων πολέμων, κατέκτησε το αυτοκρατορικό στέμμα (1209), με την υποστήριξη του πάπα Ιννοκέντιου Γ’ και τον θάνατο του αντίζηλού του. Όταν όμως διατύπωσε αξιώσεις και εισέβαλε στο βασίλειο της Σικελίας, ο Iννoκέντιος Γ’ τον αφόρισε (1210), του αντέταξε τον Φρειδερίκο B’ της Σουηβίας (1212) και κίνησε εναντίον του τον βασιλιά της Γαλλίας Φίλιππο B’ Αύγουστο. Ο Ό. Δ’, αν και συμμάχησε με τον βασιλιά της Αγγλίας Ιωάννη τον Ακτήμονα (και θείο του από τη μητέρα του) ηττήθηκε από τον Φίλιππο Αύγουστο στη Μπουβίν (1214).
Ο στρατιωτικός και πολιτικός Αλέξανδρος Οθωναίος (φωτ. από την έκδ. «100+1 χρόνια Ελλάδα»)
«Η Παναγία στέφει τον Όθωνα Α’», μικρογραφία του 14oυ αι. (Ιβρέα, Επισκοπικό Αρχείο).
O Όθων Β’, όπως εικονίζεται σε μια μικρογραφία στο Ευχολόγιό του, του έτους 983, (Μουσείο Κοντέ).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Όθων, Μάρκος Σάλβιος — (Marcus Salvius Otho32 – 69 μ.Χ.). Ρωμαίος αυτοκράτορας από τον Ιανουάριο έως τον Απρίλιο του 69 μ.Χ. Αφού πέρασε τα νεανικά του χρόνια διασκεδάζοντας στη Ρώμη, παντρεύτηκε την Ποππαία Σαβίνα, πρώην σύζυγο ενός Ρωμαίου ιππότη. Όταν ο Νέρων την… …   Dictionary of Greek

  • Όθων ντε λα Ρος — (Otton de la Roche). Βλ. λ. Δελαρός …   Dictionary of Greek

  • Όθων φον Φράιζινγκ — (Otto von Freising, περ. 1114 – Μοριμόν, Άνω Μάρνης 1158). Μεσαιωνικός χρονογράφος. Γιος του μαργράβου της Αυστρίας Λεοπόλδου Γ’ και της Αγνής, κόρης του αυτοκράτορα Ερρίκου Δ’, αβάς του μοναστηριού του Μοριμόν, έγινε το 1138 επίσκοπος του… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ιστορία (Νεότεροι χρόνοι) — Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΝΕΟΤΕΡΩΝ ΧΡΟΝΩΝ (1828 ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ) Τα γεγονότα που σημάδεψαν τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας ήταν πολλά και ιδιαίτερα σημαντικά, συνέτειναν δε, μέσα από αιματηρές εσωτερικές διενέξεις (με αποκορύφωμα τον εθνικό διχασμό) και… …   Dictionary of Greek

  • Otto I. (Griechenland) — König Otto I. von Griechenland Otto, König von Griechenland …   Deutsch Wikipedia

  • Otto von Griechenland — König Otto I. von Griechenland Otto, König von Griechenland …   Deutsch Wikipedia

  • Liste des prénoms grecs — Sommaire 1 Origine des prénoms grecs 2 Attribution des prénoms 3 Fêtes 4 Transcription et translittération …   Wikipédia en Français

  • Othon Ier de Grece — Othon Ier de Grèce Óthon Όθων Roi de Grèce …   Wikipédia en Français

  • Othon Ier de Grèce — Othon Όθων Titre Roi de Grèce 6 février  …   Wikipédia en Français

  • Othon de Bavière de Grèce — Othon Ier de Grèce Óthon Όθων Roi de Grèce …   Wikipédia en Français

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”